Φύση – Περιβάλλον
Αμβρακία είναι ένα χωριό από
τα ωραιότερα της Ν. Αιτωλοακαρνανίας χτισμένο σε μια προνομιακή θέση
σε μια από τις πλαγιές του Παναιτωλικού. Η πλάτη της είναι ακουμπισμένη
στις υπόροιες της υψηλής κορυφής και του Μελιού (1592 μ.) (βουνοκορφές
του Παναιτωλικού), ενώ μπροστάτης στα Ανατολικά προβάλλει επιβλητικός
ο Άννινος (1708 μ. υψόμετρο). Το Κοκορέχι λίγο αριστερότερα και η Τριανταφυλλιά
(1817 μ.) ενώ από τα Νοτικά της προβάλλει το Ρηγάνι και ο Πατραϊκός
Κόλπος. Είναι από τα χωριά της ορεινής Τριχωνίδας με τα περισσότερα
νερά, πνιγμένα μέσα στο πράσινο.
Πανοραμική άποψη της Αμβρακίας
από την Κουσίνα. Διακρίνεται η "ψηλή κορφή" το Μαίσωμα "τόπος εγκατάστασης
του Δασικού χωριού" στο βάθος το Ρηγάνι και ο Πατραϊκός Κόλπος.
Τα πόδια της βρέχονται από τα γάργαρα νερά του Γιδοματρίτη που ορμητικά και ανυπόμονα ρέουν για να ενωθούν
με τους υπόλοιπους παραπόταμους του Ευήνου και να συνεχίσουν το μακρινό τους ταξίδι.
Στα πλαϊνά της κείνται δύο μεγάλες ρεματιές-φαράγγια. Στην μια από αυτές την Βορινή ρέουν άφθονα γάργαρα
νερά, ανάμεσα σε λόγγους από πλατάνια, βάγιες, ιτιές, καρυδιές και άλλα αιωνόβια δένδρα. Το κελάρυσμα των νερών του ποταμού και την
ονειρεμένη φύση με την οργιώδη βλάστηση, έρχονται να συμπληρώσουν το κελάηδημα των πουλιών που βρίσκουν καταφύγιο στον σπάνιο αυτόν
βιότοπο χτίζοντας τις φωλιές τους και δημιουργώντας ένα αρμονικό βασίλειο. Τα κεφαλάρια του Πλατανιά που ρέουν ασταμάτητα και με τα
νερά τους τροφοδοτούν το υδραγωγείο του χωριού, την μεγάλη δεξαμενή χωρητικότητας 600 κυβικών μέτρων και πιο κάτω κινεί τους δύο
παραδοσιακούς νερόμυλους. Τα παλιότερα χρόνια υπήρχε και ένας τρίτος νερόμυλος ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει εγκαταλειφθεί.
Η ποιότητα του νερού που αρχίζει να αναβλύζει σε υψόμετρο 100 περίπου μέτρα είναι άριστη και συνιστάται σε όσους έχουν προβλήματα
δυσπεψίας, στομάχου, ανορεξίας κλπ.
Ο παραδοσιακός νερόμυλος του μ. Παντ. Σιαλμά ανάμεσα σε θεόρατα πλατάνια.
Από την δεξαμενή το νερό οδηγείται με τσιμεντένιο υδραύλακα μήκους 2 περίπου χιλιομέτρων στους αγρούς με τους κήπους τα καλαμπόκια,
τα φασόλια και τα οπωροφόρα δένδρα (μηλιές, συκιές, κερασιές κλπ.) για να τους ξεδιψάσει. Ο υδραύλακας αυτός χωρίζει το χωριό στη μέση,
το πάνω και το κάτω.
Η απέραντη μαγεία με καταρράκτες κατά μήκος του ποταμού της Αμβρακίας-Γιδομανδρίτης, μια
ονειρώδης διαδρομή για όσους διασχίζουν το πανέμορφο φαράγγι.
Στο πάνω χωριό οι καλλιέργειες συνίστανται κυρίως σε αμπέλια για την παραγωγή κρασιών, οπωροφόρα δένδρα και κήποι με ντομάτες,
κολοκυθιές, αγγουριές, φασολιές κλπ. Οι τελευταίοι ποτίζονται από το νερό την πηγών «του Παγγυριώτη» και «το κλήμα».
Το χωριό περιβάλλεται από ένα απείρου κάλλους πυκνό ελατοδάσος από την περίφημη κεφαλληνιακή γαλαζοπράσινη ελάτη, ενώ πιο χαμηλά
τα έλατα διαδέχονται τα πουρνάρια, οι δρύς, τα κέδρα, τα πλατάνια, τα φιλίκια και τα σφενδάμια. Ξεχωριστής ομορφιάς είναι και το
περίφημο καστανόδάσος της Αμβρακίας. το οποίο κατά την παράδοση μας πάει πίσω στα χρόνια του Μεσαίωνα όταν οι μοναχοί του
κατεστραμμένου πια Μοναστηριού του Αγίου Στεφάνου, φύτεψαν τις καστανιές. Οι ρίζες αυτών των δένδρων έψαξαν βαθιά στην
Αμβρακιώτικη γή, πάλεψαν χρόνια πολλά με τις ιδιοτροπίες του καιρού μέχρι να γιγαντωθούν και να αντέξουν στο χρόνο. Όλες οι καλλιέργειες
γινόντουσαν και γίνονται σε πε-ζούλια με εξαίρεση λίγες εκτάσεις στο «Παληοχώρι» και την «Χιλιμοδού» όπου βρίσκεται η κοιλάδα του
Γιδομανδρίτη και υπάρχουν σχετικά επίπεδες επιφάνειες ικανής έκτασης. Στο «Παληοχώρι» που ήταν ποτιστικό θα μπορούσαμε να πούμε ότι
παλιότερα έμοιαζε με παράδεισο αφού καλλιεργούνταν τα πάντα σχεδόν κάθε λογής καλλιέργειες (καλαμπόκια, αμπέλια, τριφύλια, κήποι, ελιές,
οπωροφόρα δένδρα-μηλιές, καστανιές) ή άλλα δένδρα όπως μουριές.
Στα άνυδρα χωράφια οι Αμβρακιώτες καλλιεργούσαν σιτάρια, φακές και μερικές φορές καλαμπόκια και φυσικά αμπέλια. Σήμερα τα
περισσότερα από αυτά έχουν δασωθεί ή αρχίζουν να δασώνονται από άγρια δένδρα όπως πουρνάρια, δρύς, κέδρους και άλλα άγρια δένδρα.
Η τοξωτή πετρόκτιστη γέφυρα της Αμβρακίας, πνιγμένη μέσα στην οργιώδη βλάστηση από τις όχθες
του ποταμού.
Ανάμεσα στους νερόμυλους ιδιοκτησίας αυτού των Αποστόλη και Βασιλικής Ζυγούρη που το έχει παραχωρήσει στην Αναπτυξιακήν Εταιρεία
Αποδοτίας και Αιτωλίας και αυτού ιδιοκτησίας του Γιάννη Πανόπουλου υπάρχει το πετρόκτιστο γεφύρι ξεχωριστής αρχιτεκτονικής που οι
επιδέξιοι μάστορες λάξευσαν την πέτρα με περισσή υπομονή και μπόλικο μεράκι και έφθασαν στο θαυμάσιο αυτό αποτέλεσμα που δένει
απόλυτα με το περιβάλλον. Βέβαια όταν σχεδιάζονταν το γεφύρι ούτε οι σχεδιαστές του ούτε πολύ περισσότερο οι χτιστάδες φανταζόντανε
ότι από την γέφυρα θα διέρχονται μία μέρα αυτοκίνητα όπως συμβαίνει σήμερα. Ωστόσο το γεφύρι χτίστηκε για να στέκει εκεί για πάντα
κόντρα στα καμώματα των καιρών και ικανό να ανταποκριθεί σε κάθε λογής καταπόνηση. Αξίζει κανείς να το επισκεφτεί και να το θαυμάσει
όπως επίσης νερόμυλους, το φαράγγι που ξεδιπλώνεται από τον πλατανιά μέχρι την σπλιθάρα και την λογγούλα και τους γραφικούς καταρράκτες
που σχηματίζονται κάθε τόσο στο διάβα του ποταμού.
Στο ενδιάμεσο της διαδρομής εκτός από το θαυμάσιο αυτό τοπίο και τον εκπληκτικό βιότοπο μπορεί κανείς να επισκεφτεί την σπηλιά στα
Πάνω-Αλώνια καθώς επίσης και μια δεύτερη στον «Τσιατσάνη την τρύπα» στην θέση Χαλιά. Την δεύτερη αυτή σπηλιά δυστυχώς είναι δύσκολο
να την θαυμάσει κανείς αφού το στόμιο της είναι μέσα στο ποτάμι και κατά την παράδοση εκεί μέσα κρύβονταν στα χρόνια της τρομοκρατίας
ο αρματωλός «Τσιατσάνης» όταν καταδιωκότανε από τους Τούρκους. Κατά μια εκδοχή στην σπηλιά υπάρχουν σταλακτίτες και σταλαγμίτες
αλλά είναι δύσκολο να αξιοποιηθεί καθ' ότι από την οροφή τρέχουν νερά και δεν υπάρχει στεγανότητα. Τα γραφικά μονοπάτια μέσα στο
παρθένο Δάσος από έλατα και πλατάνια με τα νερά να κελαρύζουν στο βάθος και τις πέρδικες, τα κοτσύφια και τα αηδόνια να στήνουν ένα
εκπληκτικό πανηγύρι, μαζεύουν και τους πιο απαιτητικούς επισκέπτες. Αν κανείς είναι τυχερός μπορεί να συναντήσει εκτός από τους σκίουρους
που από κλωνάρι σε κλωνάρι πηδάνε τρομαγμένοι και κανένα ζαρκάδι ή αγριογούρουνα τα οποία τελευταία όλο και πιο συχνά κάνουν την
εμφάνιση τους.
Το φαράγγι της Αμβρακίας. Εκπληκτικό τοπίο με καταρράκτες, οργιώδη βλάστηση αλλά και πλούσια
πανίδα στον υγροβιότοπο.
Ανάμεσα στ' άλλα μονοπάτια είναι και αυτό που οδηγεί τους ταπεινούς προσκυ-νητές στην Κυρά της Ρούμελης, την Παναγιά την
Προυσκιώτισσα μέσα από μια εκπληκτική διαδρομή. Η πεζοπορία για τον Προυσσό διαρκεί 3,5-4 ώρες και στο διάβα του ο περιηγητής μέσα από
βουνοκορφές δάση και ρουμάνια συναντάει εκπληκτικές πηγές με παγωμένο νερό που ξεδιψούν τους διαβάτες (Καραπέτσα, Χαλίκι,
Τριανταφυλλιά, Μετόχι Παναγίας).
Μονοπάτια οδηγούν τους περιπατητές και ορειβάτες προς τις βουνοκορφές του Μελιού, της Τριανταφυλλιάς, της κάτω κορυφής και του Άννινου
στα διπλανά χωριά της Κοκκινόβρυσης, του Αργυρο-πηγαδιού, της Μελίγκοβας, της Κοσκινάς και του Νεροχωρίου. Στις παρυφές της Μελίγκοβας
μπορεί κανείς να περιδιαβεί το θαυμάσιο ομώνυμο φαράγγι που εκτείνεται στο Κοσκινόρεμα.
Μέσα από ένα καλοδιατηρημένο μονοπάτι και μετά από 40 λεπτά διαδρομής ανάμεσα από πανύψηλα έλατα έχει την δυνατότητα κάποιος να
φθάσει έως την θέση Πλατανιά σε υψόμετρο 1130 περίπου μέτρα όπου ανάμεσα στα πανύψηλα πλατάνια ξεπηδούν πολλές ποτιστάδες
νερού που φτάνουν και περισσεύουν να ξεδιψάσουν το χωριό και τα χωράφια, να δώσουν δύναμη στις μυλόπετρες να αλέσουν τα δημητριακά
να βοηθήσουν τις νοικοκυρές στην πλύση των φλοκάτων, τις μπαντανίες και τις βελέτζες. Έτσι στο τέλος της Άνοιξης με αρχές Καλοκαιριού
στην θέση Αγία Τριάδα. Παλιότερα πάνω στις κουτσουπιές και τα πλατάνια ξεπρόβαλε η πολύχρωμη απαράμιλλη τέχνη των γυναικών που
σκυμένες πάνω στους αργαλειούς ύφαιναν τα βαριά υφαντά. Καμιά φορά τα υφαντά μεταφέρονταν φορτωμένα στα μουλάρια ή τα
γαϊδουράκια στα μαντάνα στου Λιανού, το Μύλο στο παρακείμενο χωριό τα Αμπέλια ή Κοκκινόβρυση.
|